Στις μέρες μας, το διαδίκτυο (Internet) είναι μία πλούσια πηγή πληροφοριών αλλά πλέον και ένα βασικό μέσο κοινωνικοποίησης και επικοινωνίας. Παρόλα αυτά, η υπερβολική χρήση του διαδικτύου μπορεί να γίνει προβληματική και να προκαλέσει σοβαρές συνέπειες στην καθημερινή ζωή του ατόμου. Σχηματίζονται έτσι αρνητικές επιπτώσεις σε διαπροσωπικές/ οικογενειακές σχέσεις, σε ακαδημαϊκό επίπεδο, αλλά και στην ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του ατόμου. Οι πιο συνηθισμένες διαδικτυακές συνήθειες είναι: τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι συνομιλίες (chat), τα ηλεκτρονικά παιχνίδια (gaming), ο ηλεκτρονικός τζόγος, η παρακολούθηση βίντεο και άλλα πολλά.
Οι βασικές συμπεριφορές που συνδέονται με την κατάχρηση του διαδικτύου είναι οι εξής:
1) η παραμονή ενός μεγάλου χρονικού διαστήματος στο διαδίκτυο (online),
2) αδυναμία μείωσης χρόνου παραμονής στο διαδίκτυο,
3) αισθήματα ανησυχίας και χαμηλής διάθεσης,
4) παραμονή περισσότερης ώρας συνδεδεμένος (online), από αυτή που σκόπευε αρχικά το άτομο να μείνει, με μεγάλη αδυναμία να το κλείσει,
5) ρίσκο να χαθούν φιλίες/ σχέσεις ή εκτός σπιτιού δραστηριότητες, εξαιτίας της μεγάλης παραμονής στο διαδίκτυο,
6) να λέει το άτομο ψέματα ώστε να καλύψει την παρατεταμένη ώρα που πέρασε συνδεδεμένος,
7) έντονος θυμός, καυγάδες, φωνές, βία, εκρήξεις όταν κάποιος πάει να κλείσει την πηγή internet ή τον υπολογιστή, ή πάρει το κινητό από το χέρι του ατόμου,
8) η υπερβολική χρήση του διαδικτύου το «βοηθά» ώστε να αποφύγει εσωτερικά αρνητικά συναισθήματα ή τραυματικές εξωτερικές καταστάσεις που του προκαλούν θλίψη και
9) έλλειψη ύπνου/ κόπωση.
Ο εθισμός από το διαδίκτυο συσχετίζεται με: δυσλειτουργικές και προβληματικές οικογενειακές σχέσεις, χαμηλή ακαδημαϊκή επίδοση, με συμπεριφορές υψηλού-ρίσκου, με χαμηλή αυτοπεποίθηση, θυμό, μειωμένες εξωσχολικές δραστηριότητες, συναισθηματικές δυσκολίες, με ΔΕΠ-Υ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας), με χαμηλή διάθεση και άγχος.
Η βιολογία του εγκεφάλου μας δείχνει πως υπεύθυνη για την εθιστική αυτή συμπεριφορά είναι η ντοπαμίνη. Με ποιο τρόπο είναι υπεύθυνη η ντοπαμίνη; Η ντοπαμίνη είναι μία οργανική ουσία που σχετίζεται με την αγάπη και την ευχαρίστηση, ενώ είναι εξίσου σημαντική στον έλεγχο του κινητικού συστήματος, στην εκμάθηση και στη μνήμη. Η ντοπαμίνη είναι το «σύστημα ανταμοιβής» του εγκεφάλου. Για παράδειγμα, την στιγμή που φτάνει κάποιος στη λύση ενός γρίφου, ο εγκέφαλός του λέει: “συγχαρητήρια, επέτρεψε μου τώρα να σου δώσω μία τρομερή αίσθηση ευχαρίστησης!”. Αυτή ακριβώς η στιγμή που ρέει η ντοπαμίνη στον εγκέφαλό μας, είναι και η στιγμή που μας κάνει να αισθανόμαστε καλά …πολύ καλά!
Επομένως, η ντοπαμίνη μας κάνει να επιθυμούμε και να αναζητούμε αγαπημένες εμπειρίες που έχουν αποθηκευτεί στο μυαλό μας ως πολύ ευχάριστες. Οποιαδήποτε κατάχρηση όμως μπορεί να κάνει την ντοπαμίνη πρόβλημα. Συγκεκριμένα στη περίπτωση του διαδικτύου, μας ωθεί στην επαναλαμβανόμενη αναζήτηση της διαδικτυακής εμπειρίας, ως μία πολύ ευχαρίστηση δραστηριότητα. Μόλις μπούμε στο διαδίκτυο, μας ανταμείβει επιβραβεύοντας μας αμέσως και έτσι μας κάνει να θέλουμε να μείνουμε ακόμα περισσότερο συνδεδεμένοι με σκοπό να ανταμειφθούμε ξανά και ξανά…
Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος που κάνει ακόμα πιο δύσκολο πχ, το να σταματήσουμε να «τσεκάρουμε» το κινητό μας (για καινούρια μηνύματα, likes κτλ) ή να μας φαίνεται αδύνατον να σταματήσουμε να παίζουμε το αγαπημένο μας παιχνίδι στον υπολογιστή/ κινητό. Το αίσθημα της ευφορίας που δημιουργεί η ντοπαμίνη είναι τόσο έντονο και ευχάριστο που το άτομο δεν μπορεί να αντισταθεί σε τίποτα ώστε να το επιτύχει. Και κάπως έτσι δημιουργείται ο εθισμός.
Δυστυχώς η υπερβολική χρήση του διαδικτύου ξεγελά τον εγκέφαλο μας δείχνοντάς του ότι είναι πιο εύκολο και ικανοποιητικό να απορροφούμε έτοιμες εικόνες και πληροφορίες. Επομένως, δεν είναι πλέον «απαραίτητο» να είμαστε δημιουργικοί ή να χρησιμοποιούμε την φαντασία μας και έτσι οι μύες του εγκεφάλου που σχετίζονται με την δημιουργικότητα γίνονται αδύναμοι.
Το πρώτο βήμα για την λύση ενός προβλήματος είναι η αναγνώρισή του. Επομένως ο άνθρωπος που θέλει να κάνει κάτι με τις ώρες που περνά στο διαδίκτυο, θα πρέπει για αρχή να αναγνωρίσει τη χρήση αυτή ως πρόβλημα για τον εαυτό του. Σκοπός της ψυχοθεραπείας δεν είναι η αυστηρή αποχή από το διαδίκτυο, αλλά η λειτουργική και οριοθετημένη -με μέτρο- χρήση του.
Παράλληλα θα προσπαθήσει να ανακαλύψει όχι μόνο τί του προσφέρει η «εικονική συντροφιά», αλλά θα μάθει και τι προσπαθεί να αποφύγει χρησιμοποιώντας την. Μέσα σε ένα ασφαλές θεραπευτικό κλίμα εμπιστοσύνης, μαθαίνει πώς να επικοινωνεί στον «αληθινό κόσμο», πώς να βελτιώνει τις κοινωνικές του σχέσεις και πώς να εκφράζει όσα κρύβει πίσω από την διαδικτυακή «μάσκα» του.